Arch Enemy - Wages of Sin

Arch Enemy-Wages of Sin

Οι Arch Enemy έχουν πολλούς φίλους και εχθρούς. Έχουν μια πλειάδα δίσκων που θα μπορούσε ο καθένας μας να εκθειάσει αναλόγως εποχής που τους γνώρισε, πράγμα που συμβαίνει ακόμα και τώρα. Προσωπικά τους έμαθα με το Black Earth μιας και εκείνες τις εποχές άκουγα πολύ death metal και ήθελα να ακούσω τη νέα μπάντα που έπαιζε ο κιθαρίστας των αγαπημένων Carcass (https://www.metalzone.gr/monuments/carcass-heartwork) Michael Amott και του τραγουδιστή των περίεργων Furbowl (https://www.metalzone.gr/monuments/furbowl-autumn-years) Johan Liiva. Μαζί τους ο αδερφός του Michael, Christopher και ο πολυμήχανος drummer Daniel Erlandsson των τεχνοθεούληθων Eucharist. Ε, το λες και σουπεργκρουπ της death metal 90ς γενιάς. Ακολούθησαν τα ''Stigmata'' και ''Burning Bridges'' (και προσθήκη Sharlee D'Angelo στο μπάσο για ακόμα πιο supersupergroup) με τον τελευταίο να είναι ο καλύτερος δίσκος της πρώτης περιόδου τους συνθετικά και παικτικά. Οι Arch Enemy όμως δεν είχαν την εμβέλεια που έπρεπε να είχαν και αυτό το κέρδισαν όταν τη θέση του Johan Liiva ανέλαβε ο θηλυκός και μικροκαμωμένος δαίμονας με το όνομα Angela Gossow και μια φωνή από τα έγκατα της κολάσεως. Οκ, ας μην υπερβάλουμε, έτσι έχουν τραγουδίσει εκατοντάδες πρεσβύτεροι της αλλά το ότι αυτά τα ουρλιαχτά έβγαιναν από μια όμορφη ξανθούλα, έδινε βαθμούς. Και το ''Wages Of Sin''  του 2001 (στην Ιαπωνία, 2002 στον υπόλοιπο πλανήτη) είναι δισκάρα, πώς να το κάνουμε; Ακολούθησαν αρκετοί δίσκοι, πάντοτε πολύ καλοί αλλά χωρίς πλέον το αρχική σοκαριστική αξία και έτσι θεωρούνται κάποια σκαλιά κατώτερα. Βέβαια αν ρωτήσει πολλούς νεότερους που άκουσαν Arch Enemy στα τέλη των 00ς, πιθανότατα να αγαπούν περισσότερο κάποιο άλλο δίσκο. Το 2014 το μικρόφωνο παίρνει η νεαρή Alissa White-Gluz και ένας νέος μουσικός κύκλος ξεκινά και μέχρι τώρα έχουμε τρεις δίσκους με τον τελευταίο από δαύτους  ''Deceivers'' να είναι και ο καλύτερος. Δεν ξεχνάμε ότι εδώ και χρόνια έχει αναλάβει τα χρέη του δεύτερου κιθαρίστα ο Jeff Loomis (Nevermore) και το επίπεδο των μουσικών που απαρτίζουν την μπάντα να είναι κορυφαίο όσο και αν ενοχλούνται κάποιοι από την εμπορικότητα που χαρακτηρίζεται σαν συγκρότημα.

Φανταστείτε πως θα ένιωθε η νεαρή Angela Gossow (26-27 χρονών) όταν πρωτομπήκε στους Arch Enemy ανάμεσα σε τέτοιους μουσικούς, όλοι Σουηδοί, αυτή Γερμανίδα, τεράστια εταιρία από πίσω (Century Media) και γενικότερα μπαίνοντας σε μια μπάντα για να τραγουδήσει death metal όταν ελάχιστες πριν από αυτήν έχουν δοκιμάσει, λίγες έχουν καταφέρει αλλά μάλλον καμία δεν κατάφερε να γίνει παγκοσμίως γνωστή ( όπως θα γινόταν σύντομα η ίδια). Και όμως τα κατάφερε. Και λογικό ήταν να γίνει πασίγνωστη όταν και μεις σαν οπαδοί πρωτοήρθαμε σε επαφή με το ''Wages of Sin'' πάθαμε την πλάκα μας. Το ''Enemy Within'' μοιράζει riffάρες από τα αδέλφια Amott (που σχεδόν ''χρεώνονται'' όλες τις συνθέσεις του δίσκου). Και εκεί που συνειδητοποιείς ότι θα πάρεις μια μεγάλη δόση μελωδικού death metal, ακούγεται και η φωνή που όπως και να το κάνεις, σοκάρει. Φιδίσιοι ρυθμοί που στριφογυρνάνε επιθετικά και από πάνω αετίσια σολαρίσματα που αναζητούν το θήραμα τους. Ο ήχος ζέχνει Σουηδίλα, ξέρετε αυτός ο πριμαριστός, μουχλιασμένος ήχος που κόβει επικίνδυνα.

Αυτό που λατρεύω στο συγκεκριμένο δίσκο είναι ότι οι συνθέσεις είναι γεμάτες, ολοκληρωμένες. Δεν βιάζονται, έχουν πολλές στρώσεις μουσικής, πολλά σολαρίσματα, υπάρχει χώρος για διάφορα παιχνιδιαρίσματα στο drumming και στα έγχορδα, είναι γρήγορες χωρίς να ξεφεύγουν, μεγεθύνουν την αξία τους σε κάθε άκουσμα. Τα φωνητικά ενοχλούν όσο πρέπει, ακούγονται γεμάτα μίσος αλλά αν δώσεις προσοχή μπορεί να καταλάβεις και τι ξεστομίζεται. Αμείλικτα περάσματα κιθαριστικών επιδρομών καταστρέφουν ευαίσθητα αυτάκια. Οι πειραματισμοί δεν μένουν απέξω, ούτε ο προοδευτικός τόνος. Ακούς το γύρισμα του ''Heart of Darkness'' σε πιο μελωδικούς τόνους και έχεις ξεχάσει τι άκουγες μέχρι τότε. Και όμως σε επαναφέρουν όμορφα και σταδιακά πίσω στον πυρήνα της μουσικής τους. Ακούς το Carcassιακό ''Ravenous'' και παραδέχεσαι την μεγαλοσύνη του (ων) Amott. Μετατρέπουν τις κιθάρες τους σε λουλούδια που ανθίζουν αλλά και έχουν πολλά αγκάθια. Η έμπνευση ήταν μέρα της καθημερινότητας του Michael και το ακούς ανάμεσα στις νότες του ''Ravenous'', τα πάντα ακούγονται σωστά τοποθετημένα και παιγμένα. Καλά, και με τέτοιους παικταράδες δίπλα του θα ήταν περίεργο να μην ακουγόντουσαν τα τραγούδια σαν δυναμίτες.

Συνέχεια με το πιο γκρουβάτο ''Savage Messiah'', θυμίζοντας την τελευταία δουλειά (και πάλι) των Carcass. Ατμόσφαιρα από πλήκτρα μέσω χειρών Per Wiberg (συμπαίκτης του Μιχάλη από τους Spiritual Beggars), πιο ύπουλες μελωδίες και εμφάνιση σφοδρότατων μπασογραμμών τώρα που βρίσκουν την ευκαιρία. Σφυρηλάτηση ενός ηχητικού αγριμιού στο ''Dead Bury Their Dead '' με μαχητική διάθεση από όλους, μια συνεχόμενη πολιορκία των αυτιών σου. Το μυαλό σου δέχεται ανυπεράσπιστο την βαναυσότητα (The First Deadly Sin) του παιξίματος τους μιας και συχνά μας σερβίρεται με ένα τρόπο τινά μελωδικότερο (Web of Lies). Μια γαλήνια κιθαριστική όαση στο ορχηστρικό ''Snow Bound'' και μετάβαση με κλείσιμο στο πυροδοτούμενο ''Shadows and Dust'',έτσι για να μείνεις με τις καλύτερες εντυπώσεις. Α μη τι άλλο, ο συγκεκριμένος δίσκος αξίζει πολλά στο μουσικό κομμάτι σε περίπτωση που σας ενοχλούν τα φωνητικά για τον οποιοδήποτε λόγο.

 

 

Copyright 2024. All Right Reserved.